2/7/2019
Επί της ουσίας – 2
Δημογραφικό, η σιωπηρή απειλή εξαφάνισης των Ελλήνων
Αν δε λυθούν αυτά, τίποτε δε λύνεται
Δημήτρης
Αποστολόπουλος
Σε προηγούμενο άρθρο μου Επί της ουσίας-1,
αναφέρθηκα στο κατ’ ουσία δημοκρατικό έλλειμμα και τις σχετιζόμενες με αυτό
χρόνιες παθογένειες της πολιτείας μας. Παράλληλα, υποστήριξα την άποψη ότι η
«θεραπεία» τους αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση ως το θεμέλιο, στη βάση του οποίου
θα στηριχτεί η πρόοδος σε όλους τους κρίσιμους τομείς πολιτικής. Στη συνέχεια,
θα αναλύσω τις απόψεις μου περί του «τι συνιστά πρόοδο», σε καθέναν εξ αυτών
των τομέων, τους οποίους συνοπτικά θα
όριζα ως εξής: Δημογραφικό, Οικονομία, Ασφάλεια και Πολιτισμός.
Η επιλογή των συγκεκριμένων τομέων δεν είναι τυχαία, αλλά
βασίζεται σε γενικά παραδεκτές αρχές, περί των βασικών συνιστωσών ισχύος κάθε
κυρίαρχου κράτους. Επειδή λοιπόν, δεν πιστεύω ότι μπορεί να ευημερεί ο λαός αν
η χώρα του είναι αδύναμη, προτάσσω το κοινό συμφέρον εκκινώντας από αυτό τη
σκέψη μου. Τούτο δεν έχει την έννοια της αυτόματης διάχυσης ισχύος/ευημερίας
από το δημόσιο, στο ατομικό επίπεδο. Πράγματι, ένα ισχυρό κράτος δε συνεπάγεται
αυτονόητα μια ευημερούσα, ακμαία και προοδεύουσα κοινωνία. Όμως, αν η πολιτεία
διέπεται και εφαρμόζει στην πράξη τις θεμελιώδεις και αναγκαίες αρχές στις
οποίες έχουμε ήδη αναφερθεί, τότε το δημόσιο με το ατομικό συμφέρον, εν πολλοίς
ταυτίζονται.
Τούτου δοθέντος, επιχειρώ στη συνέχεια να εξετάσω τους υπόψη
τομείς έναν προς έναν. Είναι αυτονόητο βέβαια ότι κανένας απ’ αυτούς δεν είναι
αυτόνομος, αλλά εξαρτάται από και αλληλεπιδρά με, τους υπόλοιπους. Ως ένα απλό
παράδειγμα, αρκεί να δούμε πως η οικονομική κρίση επηρέασε τις στρατιωτικές δαπάνες,
δηλαδή τον τομέα της ασφάλειας. Το παρόν άρθρο πάντως, απασχολεί το δημογραφικό
πρόβλημα και θα επανέλθω σε ό,τι αφορά τα άλλα πεδία πολιτικής.
Δημογραφικό
Θέτω το ζήτημα πρώτο σε σειρά διότι, κατά τη γνώμη μου,
αποτελεί κυριολεκτικά μια βραδυφλεγή βόμβα μεγατόνων, η οποία και απειλεί την
ίδια τη βιολογική μας συνέχεια ως έθνος. Αναμφίβολα, οι παράγοντες στους
οποίους οφείλεται το πρόβλημα, είναι σύνθετοι. Πάντως, η εξέλιξή του επηρεάζει
καθοριστικά όλους τους υπόλοιπους κρίσιμους τομείς, οι οποίοι και μας απασχολούν.
Με άλλα λόγια, πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ύψιστης προτεραιότητας εθνικό
ζήτημα.
Παράλληλα, προσφέρεται ώστε να αναδειχτεί και να τονιστεί
δεόντως, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της απουσίας μακρόπνοου σχεδιασμού και
εγκληματικής αμέλειας εκ μέρους της πολιτείας. Όμως, εφόσον η πολιτεία μας
θεωρείται οργανωμένη σε ένα κράτος, οι κρατούντες των τελευταίων δεκαετιών
είναι και υπόλογοι. Θα δείξω λοιπόν στη συνέχεια, πως οι κοντόφθαλμες, ανίκανες
ή και μειοδοτικές ηγεσίες, είναι δυνατό να μας οδηγούν όχι απλά σε μια
πτώχευση, αλλά στην εξαφάνιση.
Αλλά, ας δούμε πρώτα, σε τι συνίσταται το δημογραφικό
πρόβλημα. Ως δημογραφικό παράγοντα εννοούμε τα ποσοτικά, αλλά και τα ποιοτικά
(σύνθεσης) δεδομένα του πληθυσμού της χώρας. Σύμφωνα λοιπόν με τις μελέτες
ειδικών επιστημόνων, από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 εντοπίζεται ήδη η
σταδιακή γήρανση του πληθυσμού (αναλογία νέων/ηλικιωμένων). Επιπλέον, το 2017 το
ισοζύγιο γεννήσεων/θανάτων κατέστη για πρώτη φορά αρνητικό (περισσότεροι
θάνατοι), γεγονός που οδηγεί ευθέως σε μείωση του πληθυσμού. Όμως, το πρόβλημα
δε μένει εδώ, αλλά η μαζική μετανάστευση νέων Ελλήνων τα τελευταία χρόνια,
επιτείνει το πρόβλημα έτι περαιτέρω. Εν τέλει, ο πληθυσμός της χώρας,
υπολογίζεται να μειωθεί κατά δύο εκατομμύρια περίπου μέχρι το 2050.
Επειδή όμως δεν επιθυμώ να κουράζω με αριθμητικά δεδομένα,
τα στοιχεία άλλωστε είναι πολύ εύκολα προσβάσιμα, έρχομαι απ’ ευθείας στο
αποτέλεσμα. Με τα μέχρι σήμερα αριθμητικά και ποιοτικά δεδομένα, ο συνολικός
πληθυσμός των Ελλήνων εντός της χώρας μειώνεται επικίνδυνα. Οι Έλληνες
μετατρέπονται σταδιακά σε κοινωνία γερόντων, λόγω της υπογεννητικότητας. Χωρίς
λοιπόν να λαμβάνω καθόλου υπόψη, τις τυχόν επιπτώσεις εκ της λάθρο-εισροής
πληθυσμιακών ομάδων, με αμφίβολη έως ανύπαρκτη διάθεση να αφομοιωθούν ή να
σεβαστούν την κουλτούρα της χώρας υποδοχής τους, έχουμε ήδη σοβαρό πρόβλημα.
Η οικονομική ανάπτυξη, θα γίνεται όλο και πιο απίθανη, καθώς
ο ενεργός αλλά και ο συνολικός πληθυσμός θα μειώνεται. Ακόμα πιο επώδυνες ίσως
θα είναι οι επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα, καθώς θα καταστούν αναγκαίες οι
αυξήσεις ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αλλά και οι μειώσεις των συντάξεων. Νομίζω
δε, ότι καθίσταται περιττό να μιλήσουμε
για άλλες κοινωνικές παροχές. Οι επιπτώσεις στην ασφάλεια της χώρας, αναμένεται
παρόμοια να είναι αρνητικές, καθώς ο αριθμός των διαθέσιμων για στράτευση νέων
θα μειώνεται διαρκώς. Ταυτόχρονα όμως, η ερημοποίηση των ακριτικών νησιών ή
άλλων περιοχών κοντά στα σύνορα, ως επίπτωση του δημογραφικού, καθιστά τη χώρα
ακόμα πιο αδύναμη στην αντιμετώπιση εξωτερικών απειλών.
Συνοψίζοντας, επισημαίνω ότι το πρόβλημα δεν οφείλεται στην
οικονομική κρίση. Η τελευταία, απλώς επιδεινώνει μια δυναμική ευρισκόμενη ήδη
σε εξέλιξη κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Εκείνο όμως που έχει ακόμα μεγαλύτερη
σημασία, είναι ότι η αντιμετώπιση του δημογραφικού απαιτεί μεν την άμεση λήψη
μέτρων, αλλά τα αποτελέσματα αυτών απαιτούν μεγάλο βάθος χρόνου για να κάνουν
την εμφάνισή τους. Έχουμε λοιπόν ένα «κλασσικό»
παράδειγμα κρίσιμου εθνικού ζητήματος, το οποίο ξεπερνά κατά πολύ τα χρονικά
όρια μιας κυβερνητικής θητείας. Εφόσον δηλαδή, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα
απαιτηθεί ένας χρονικός ορίζοντας μερικών δεκαετιών για την εμφάνιση θετικών
αποτελεσμάτων, γίνεται σαφής και η ανάγκη μακροπρόθεσμου σχεδιασμού εκ μέρους
της πολιτείας. Με άλλες λέξεις, είναι ανάγκη να ληφθούν άμεσα τα κατάλληλα
μέτρα, επιπλέον όμως αυτά να εφαρμοστούν με συνέπεια και σταθερότητα επί τριάντα χρόνια κατ’ ελάχιστο.
Είναι λοιπόν ολοφάνερο, δεν υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας,
αν τα προηγούμενα θα κληθεί να τα εφαρμόσει η ελληνική πολιτεία, με τον τρόπο
που αυτή λειτουργεί μέχρι σήμερα. Ασφαλώς, η δήλωση αυτή αποτελεί προσωπική μου άποψη και πάντως,
ελπίζω, επαρκώς αιτιολογημένη σε προηγούμενες τοποθετήσεις μου. Αυτό σημαίνει ότι μου φαίνεται ως το
πιθανότερο ενδεχόμενο, να δούμε εκ νέου μια ευκαιριακή αντιμετώπιση του
προβλήματος, κατά τα ειωθότα. Πολιτικές σχεδιασμένες δηλαδή «στο γόνατο»,
εύηχες προεκλογικές εξαγγελίες και κοντόθωρη αντίληψη που δεν ξεπερνά το σήμερα.
Άλλωστε, κάθε υπουργός, ακόμα και εντός
της ίδιας κυβέρνησης, μπορεί να αναιρεί τον προηγούμενο με το σκεπτικό ότι ο
ίδιος κατέχει τη λύση σε ένα τόσο κρίσιμο διαχρονικό πρόβλημα.
Εξάλλου, η στροφή στις εύκολες λύσεις, είναι δυνατό να
«εξαφανίσει» ένα τόσο δύσκολο πρόβλημα από την επικαιρότητα. Η «συνταγή» αυτή
πάντως, ίσως να έχει ως αποτέλεσμα διάφορα κομματικά οφέλη, δεν είναι όμως
δυνατό να λύσει το πρόβλημα. Επομένως, δεν αναμένει κανείς να προκύψει τελικά
κάποιο εθνικό όφελος, το οποίο και αποτελεί καθήκον της εκάστοτε εξουσίας.
Είναι λοιπόν πιθανό, να επιδιώξουν την «αντικατάσταση» του υπογεννητικού
ελληνικού πληθυσμού, από τους λαθρομετανάστες με έναν σύγχρονο εποικισμό
ευρείας κλίμακας. Επιπρόσθετα, θα δοθούν ίσως κάποια επιδόματα, τα οποία όμως
κανείς δεν είναι βέβαιος αν θα συνεχίσουν να χορηγούνται, σε περίπτωση που
αλλάξει η κυβέρνηση σε λίγα χρόνια.
Ας έχουμε πάντως κατά νου, ότι τα οποιαδήποτε επιδόματα δε
θα λύσουν το πρόβλημα. Οι νέοι σήμερα αποφεύγουν τη δημιουργία οικογένειας,
ακριβώς διότι δεν επιθυμούν να εξευτελίζονται ή να καθίστανται υποχείρια ενός
εκάστου πολιτικάντη, ο οποίος θα τους παρέχει χαρτζιλίκι. Η κατάρρευση βέβαια
των μισθών είναι σοβαρό εμπόδιο, ακόμα κι αν τα νέα ζευγάρια θέλουν περισσότερα
παιδιά. Όμως, ούτε καν ένας μνημονιακός μισθός είναι δεδομένος, ένεκα της
ανεργίας και της υποαπασχόλησης. Συνεπώς, η εργασιακή ασφάλεια είναι εξίσου
σημαντικό ζητούμενο, αλλά και αυτή θα πρέπει να συνοδεύεται από άλλες αναγκαίες κοινωνικές παροχές. Ακόμα και το,
άπαξ καταβαλλόμενο κόστος, της γέννησης ενός παιδιού είναι από μόνο του
δυσβάσταχτο, υπό τις σημερινές συνθήκες. Η βιομηχανία που έκανε μόδα τις καισαρικές,
τα πανάκριβα ιδιωτικά μαιευτήρια, η παντελής απαξίωση του ΕΣΥ σε αυτόν τον
τομέα, φαντάζουν σήμερα κακές επιλογές οπωσδήποτε.
Συμπερασματικά, η πολιτεία πρέπει να τεθεί προ της ευθύνης
να αντιμετωπίσει τον εθνικό κίνδυνο. Τούτο, με μια λέξη καλείται και
σοβαρότητα. Οι δημόσιοι βρεφικοί και
παιδικοί σταθμοί πρέπει και πολύ περισσότεροι να γίνουν, αλλά και οι ώρες
λειτουργίας τους να αναπροσαρμοστούν στις πραγματικές ανάγκες. Τα ουσιαστικά
φορολογικά κίνητρα, ποικίλες ατέλειες σε καταναλωτικά είδη και ο εκσυγχρονισμός
του δημόσιου συστήματος (χωρίς φροντιστήρια) εκπαίδευσης, είναι ορισμένα μόνο
από τα μέτρα που θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα. Τα επιδόματα παιδιών φυσικά
και επιβάλλεται να χορηγούνται, όλα όμως τα μέτρα πρέπει να είναι σταθερού και
μακροπρόθεσμου χαρακτήρα.
Τέλος, επειδή καθίσταται πρόδηλη η ανικανότητα της ελληνικής
πολιτείας με την παρούσα δομή της, να προστατεύσει το έθνος, ας αναλάβει κι ο
λαός τις ευθύνες του, απαιτώντας τα αυτονόητα. Αναμφίβολα, κανένα πολιτικό κόμμα δεν είναι σε
θέση από μόνο του να λύσει το πρόβλημα, ακόμα κι αν είχε τη βούληση να το
κάνει, κατά συνέπεια οι προεκλογικές εξαγγελίες περί του αντιθέτου είναι απλώς
νέα ψέματα. Άλλωστε, τέτοιο είδους προκλήσεις αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά,
μόνο από ισχυρά κράτη, με εύρωστες οικονομίες. Με ένα σύστημα λοιπόν, δομημένο
ώστε να υποστηρίζει πολιτικές που δεν βλέπουν πέρα από «τη μύτη τους»,
οποιαδήποτε κυβέρνηση θα πολιτεύεται εντός του ίδιου μη παραγωγικού
περιβάλλοντος, εξυπηρετώντας αποκλειστικά το σήμερα. Αν είναι έτσι όμως, ο
ίδιος ο λαός ας μην επαφίεται αποκλειστικά στη «Θεία Πρόνοια» όσον αφορά το
μέλλον του, συν Αθηνά και χείρα κίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας στο λευκό κουτί και αν θέλετε να ειδοποιηθείτε για την απάντηση τσεκάρετε το κουτάκι "Να λαμβάνω ειδοποιήσεις".