23/6/2019
Ερντογάν και Σημίτης εξηγούν
το μέλλον
Δημήτρης
Αποστολόπουλος
Οι δυο τους αρκούν, ώστε να μας εξηγήσουν το μέλλον εκ των
προτέρων. Καθοριστικής σημασίας και οι δύο, τόσο για τις χώρες τους, όσο και
για τον αιώνιο εχθρό της καθεμιάς εξ αυτών. Η παρούσα κρίσιμη κατάσταση στα
ελληνοτουρκικά, εξηγείται επίσης σε μεγάλο βαθμό ως απόρροια των επιλογών τους.
Ας δούμε λοιπόν, ποιο το «στίγμα» που αφήνει ο καθένας τους.
Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν
Πολλοί, ιδίως εδώ στην Ελλάδα, ενδεχομένως να θεωρούν τον
Τούρκο Πρόεδρο ως παράφρονα και επικίνδυνο για τη χώρα μας. Όμως, στη ζωή δεν
είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου τα φαινόμενα απατούν. Υποστηρίζω λοιπόν την άποψη, ότι ο Ερντογάν,
άθελά του και υπό προϋποθέσεις, είναι δυνατό να εξυπηρετήσει εν τέλει την
Ελλάδα.
Το ιστορικό του Τούρκου ηγέτη μέχρι σήμερα είναι γνωστό, ωστόσο
οφείλω και να στηρίξω το σκεπτικό μου μέσω αυτού. Με τη συνεχή, κοντά εικοσαετή
παρουσία του στην εξουσία, ο Ερντογάν έχει εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς στη
γείτονα. Κατά την εκκίνησή του διέθετε την υποστήριξη του δυτικού παράγοντα,
γεγονός το οποίο δεν άφησε ανεκμετάλλευτο. Εξασφάλισε αρχικά την ανεξαρτησία
στον οικονομικό τομέα, εκδιώκοντας το ΔΝΤ και την εποπτεία του από την Τουρκία.
Στη συνέχεια οδήγησε τη χώρα του σε μια περίοδο ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης,
ενώ παράλληλα έθεσε την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας ως στρατηγικό στόχο.
Η αυτάρκεια της Τουρκίας στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού σε ποσοστό 60-70%
ήταν ο στόχος, ο οποίος σήμερα έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό.
Δεν υπάρχει αμφιβολία στο ότι όλα αυτά, είναι η δράση ενός
ηγέτη, ο οποίος επιθυμεί να καταστήσει τη χώρα του ισχυρή. Ταυτόχρονα όμως, ο
ίδιος ηγέτης είχε και άλλους δύο κύριους στόχους. Ο πρώτος ήταν η ολοσχερής
επικράτηση στο εσωτερικό της Τουρκίας, προς ίδιον όφελος. Είναι γνωστό άλλωστε
πως έχει επιβάλει ένα διεφθαρμένο, ισλαμο-φασιστικό καθεστώς, το οποίο τον
διευκολύνει ώστε να κάνει μπίζνες και να έχει ήδη πλουτίσει ο ίδιος και το
περιβάλλον του. Ως εκ τούτου, το ενδεχόμενο απώλειας της εξουσίας είναι για τον
Ερντογάν ένας μόνιμος εφιάλτης. Προφανώς ο κίνδυνος τούτος δεν θα είναι μόνο
πολιτικός για τον ίδιο, εφόσον κληθεί να απολογηθεί για την έκνομη δράση του, μη
ελέγχοντας πλέον την εξουσία.
Ο δεύτερος στόχος του Ερντογάν, είναι η εξυπηρέτηση του μακρόπνοου
σχεδίου του τουρκικού αναθεωρητισμού. Η ανάκτηση δηλαδή του ηγεμονικού ρόλου
στην περιοχή, ο οποίος απωλέστηκε με τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας,
μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Όμως, στην επιδίωξη του αυτή, υπερέβη τα
εσκαμμένα. Η στροφή του προς αναζήτηση ερεισμάτων στον ισλαμικό κόσμο και στη
Ρωσία, απειλεί την πρωτοκαθεδρία της δύσης στην Τουρκία. Από την άλλη πλευρά,
υπερβάλλοντας σε μεγαλοϊδεατισμό έναντι των προκατόχων του κεμαλιστών, δε
διστάζει να απειλεί ευθέως τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Είναι
αυτονόητο λοιπόν, πως το «χαϊδεμένο» παιδί της δύσης, αποτελεί πλέον τη «δοκό
στο μάτι» της. Ως αποτέλεσμα αναμένεται, οι ΗΠΑ να μετέλθουν όλων των μέσων
πίεσης που διαθέτουν, ώστε να μην απολέσουν τον στρατηγικό έλεγχο της Τουρκίας.
Η ανατροπή δε του Ερντογάν, είναι ένας από τους πιθανούς τρόπους δράσης τους.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν αυτός είναι πράγματι ο πρώτος στόχος της δύσης,
πάντως ο ίδιος ο Ερντογάν αυτό φοβάται.
Συμπερασματικά, ο Τούρκος Πρόεδρος έχει φέρει τον εαυτό του
και τη χώρα του σε πολύ δύσκολη θέση. Από το, κατά Νταβούτογλου, δόγμα των
μηδενικών προβλημάτων, έφτασε στο άλλο άκρο και στα προβλήματα με σχεδόν όλες
τις χώρες στην περιοχή. Σαν να μην ήταν αρκετό αυτό, η Τουρκία σχοινοβατεί
σήμερα μεταξύ Ανατολής-Δύσης, σε μα εξαιρετικά επισφαλή ισορροπία. Η ίδια,
ασφαλώς και θα χρησιμοποιήσει τις ολοένα και περισσότερες αξιώσεις της, στο
ανατολίτικο παζάρι το οποίο και έχει ήδη ξεκινήσει. Η διαπραγμάτευση όμως με μια
υπερδύναμη, υπερβαίνει τις δυνάμεις της και αναμφισβήτητα απαιτεί και υποχωρήσεις
εκ μέρους της Τουρκίας.
Αλλά όταν τα πράγματα έχουν οδηγηθεί σε οριακό σημείο,
οποιαδήποτε υποχώρηση έχει μεγαλύτερο κόστος. Αν λοιπόν ο Ερντογάν
υπαναχωρήσει, θίγοντας Ρωσικά συμφέροντα, θα έχει επιπτώσεις εκ μέρους της
Ρωσίας. Αν υποχωρήσει στον επεκτατισμό του, θα προκαλέσει εσωτερικές
αντιδράσεις και αμφισβήτηση της εξουσίας του. Αν πάλι δεν υποχωρήσει, θα
αντιμετωπίσει τις αμερικανικές κυρώσεις με όλα τους τα επακόλουθα. Σε περίπτωση
δε όπου τα πράγματα γίνουν πιο «θερμά» στο Αιγαίο ή/και αλλού, ο κίνδυνος
ανατροπής του μάλλον αυξάνεται.
Τούτων δοθέντων, η διατήρηση της ισορροπίας καθίσταται
ιδιαιτέρως δυσχερής για τον Ερντογάν. Η επίταση των αμερικανικών (κυρίως)
πιέσεων, είναι δυνατό να προκαλέσει μια λανθασμένη εκτίμηση και εξ αιτίας αυτής
να γίνει και η «μοιραία» λάθος επιλογή. Με άλλα λόγια, επειδή η Τουρκία
ταυτίζεται στη συνείδηση του Ερντογάν με τον ίδιο, δε θα διστάσει να την
παρασύρει σε οποιαδήποτε «περιπέτεια» τον ευνοεί προσωπικά. Όμως στην παρούσα
συγκυρία, είναι εξαιρετικά αμφίβολη, μάλλον δε απίθανη η σύμπτωση των
προσωπικών συμφερόντων του Ερντογάν με εκείνα της χώρας του. Ενδέχεται επομένως,
να οδηγήσει την Τουρκία ακόμα και σε (ευρέως νοούμενες) απώλειες, ώστε να
εξυπηρετήσει τον εαυτό του. Συνεπώς και η Ελλάδα είναι δυνατό να ωφεληθεί υπό
προϋποθέσεις, είτε έμμεσα ή ακόμα και άμεσα.
Κώστας Σημίτης
Όσον αφορά στο «δικό» μας άνθρωπο, δεν απαιτούνται καν
συστάσεις. Εν ολίγοις, η δική του πολιτική και νοοτροπία, αποδείχτηκε εκ των
πραγμάτων για την Ελλάδα, η πλέον ζημιογόνος έναντι εκείνης του ίδιου του εχθρού
(Ερντογάν). Ομολογουμένως, αν η Ελλάδα διαθέτει ηγεσίες τύπου Σημίτη, κάθε
εχθρός υπολογίζει σ’ αυτές ως την «πέμπτη φάλαγγα» εντός της χώρας μας. Ως
προέκταση λοιπόν, η στοιχειώδης πολιτική ευθιξία και η αναγνώριση της ενοχής
του, μάλλον θα έπρεπε να τον οδηγούν στο να
σιωπά, παρά να μας υποδεικνύει το δέον γενέσθαι.
Η αιτιολόγηση των προηγούμενων, αν και θα μπορούσε να είναι
εκτενέστερη, συνοψίζεται ως εξής:
Ο συγκεκριμένος πρώην Πρωθυπουργός, αποτελεί για τη χώρα
όνειδος, ως ο πρώτος εισηγητής σε αυτήν της νοοτροπίας «όλα για τις μπίζνες».
Ομοίως προς τον Ερντογάν ως ένα βαθμό, αλλά σε ένα εντελώς σαθρό πλαίσιο. Η
οικονομία της φούσκας, των σκανδάλων, του πλουτισμού των «ημετέρων» με κρατικό
χρήμα και της προώθησης αλλότριων συμφερόντων, ήταν εξ αρχής αυτοσκοπός.
Αποκορύφωμα όλων, η ένταξη της χώρας στην Ευρωζώνη, χωρίς
προετοιμασία, με μια οικονομία «φούσκα» και εντελώς αδύνατο να προσαρμοστεί στο
σκληρό νόμισμα. Είναι μεν πρόδηλο πως όλα αυτά, έτυχαν της παρότρυνσης και
συναίνεσης των Ευρωπαίων «εταίρων». Όμως, καθένας προάγει τα δικά του
συμφέροντα και ο Έλληνας Πρωθυπουργός οφείλει να πολιτεύεται προς το ελληνικό
συμφέρον. Η γερμανική κυβέρνηση, «οφείλει» να προωθήσει τη γερμανική επέκταση στην
Ευρώπη, όχι η ελληνική.
Είναι φανερό λοιπόν, πως η ελληνική εκδοχή της πολιτικής διαφθοράς,
σε σύγκριση προς εκείνη του Ερντογανικού καθεστώτος είναι επιεικώς αθλιότερη
και απεχθέστερη. Τουλάχιστον στην Τουρκία, ο Ερντογάν δεν αφιερώθηκε
αποκλειστικά στο ίδιον όφελος. Η τουρκική βιομηχανία (όχι μόνο η αμυντική)
αναπτύχθηκε, θέτοντας ένα υγιές υπόβαθρο για την οικονομία, αντί για ψευτιές
και φούσκες. Συνεπώς, στην ελληνική περίπτωση από την εποχή Σημίτη και μέχρι
σήμερα, ο σκληρός πυρήνας της εθνικής ισχύος (πυλώνας οικονομίας) δέχτηκε
ισχυρό πλήγμα και όχι ενίσχυση.
Έκτοτε, οι ελληνικές κυβερνήσεις, κατά το μάλλον ή ήττον
υιοθέτησαν τη νοοτροπία του «λογιστή» Σημίτη, προκαλώντας ανυπολόγιστη ζημιά
στο εθνικό συμφέρον. Ιδού λοιπόν, ποιος ο λόγος για τον οποίο ο Σημίτης είναι
κύριος υπεύθυνος, όχι μόνο ως πρόσωπο αλλά και ως νοοτροπία. Η ολοσχερής
δέσμευση και καθυπόταξη της χώρας σε ξένα συμφέροντα, άρχεται επί των ημερών
της δικής του διακυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, ο εθνομηδενιστής «Έλληνας ηγέτης», περιφρόνησε
την εθνική ανάγκη για την ενίσχυση και του δεύτερου πυλώνα ισχύος, δηλαδή της
αμυντικής θωράκισης της χώρας. Η εξοπλιστική διπλωματία του, προσέθεσε ορισμένα
δις στους ισολογισμούς των ξένων προμηθευτών όπλων, αλλά οπωσδήποτε τούτο δεν
ήταν αρκετό. Το όλο πνεύμα και ο τρόπος με τον οποίο έγινε και αυτή η «μπίζνα»,
δεν είχαν σκοπό τη μεγιστοποίηση της ανταποδοτικότητας της δαπάνης του κράτους.
Αντίθετα, επικράτησε κι εδώ η κατασπατάληση και οικειοποίηση (κλοπή) του
δημόσιου χρήματος. Η ελληνική αμυντική
βιομηχανία (την τότε, δήθεν καλή εποχή) αφέθηκε στην τύχη της, χωρίς κανένα
σχέδιο ανάπτυξης. Με δεδομένο δε πως η Ελλάδα, δεν είναι Λουξεμβούργο ή Βέλγιο,
αλλά βρίσκεται υπό μόνιμη και συγκεκριμένη απειλή διαχρονικά, οι πράξεις ή
παραλείψεις σε τόσο κρίσιμους τομείς είναι εγκλήματα εσχάτης μορφής.
Επιπλέον, κανείς δεν έχει ξεχάσει πότε μας προέκυψαν οι
«γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο. Ο Σημίτης, ο συρφετός των δικών του κυβερνήσεων και
τα διαπλεκόμενα με αυτούς συμφέροντα, ενδιαφέρονταν να διατηρήσουν τις μπίζνες.
Ως εκ τούτου, επέλεξαν τον κατευνασμό έναντι της Τουρκίας, με το σκεπτικό της
ειρήνης με κάθε κόστος. Φυσικά, κανείς λογικός άνθρωπος δεν προτιμά τον πόλεμο,
όμως ο κατευνασμός οδηγεί και σε πόλεμο, αλλά και σε εθνικές απώλειες χωρίς
πόλεμο. Εφόσον δώσαμε το μήνυμα πως η Ελλάδα θέλει την «ησυχία» της ώστε να
αφιερωθεί στις μπίζνες, η Τουρκία δεν άφησε την ευκαιρία αναξιοποίητη. Δεν
κατέστη σαφές πως η χώρα που γέννησε τον Μιλτιάδη, τον Θεμιστοκλή και τον
Λεωνίδα, αν χρειαστεί θα επιλέξει τον πόλεμο έναντι του εξευτελισμού.
Όμως, όλα τα
προηγούμενα δεν απαλλάσσουν τις επόμενες κυβερνήσεις. Ο Σημίτης υπήρξε ο
εισηγητής του «μοντέλου» και προς τούτο φέρει την κύρια ευθύνη, όχι όμως και
την αποκλειστική. Σε ότι αφορά την οικονομία, η καταστροφή συνεχίστηκε με τα
γνωστά αποτελέσματα της πτώχευσης. Αλλά και ο κατευνασμός έναντι του εχθρού
εξακολουθεί, προ πτώχευσης από επιλογή, κατόπιν δε αυτής από επιλογή και ανάγκη.
Σήμερα λοιπόν, αφού έβαλαν τη χώρα στη λάθος τροχιά, την
εκτροχίασαν και την έφεραν σε σαφώς δυσχερή θέση ένεκα της καταστροφής που
προκάλεσαν, βρίσκουν ακόμα το θράσος να μιλούν. Ο Σημίτης δεν είναι μόνος του,
είναι απλώς ο εισηγητής, ο ιδρυτής μιας «σχολής» πολιτικής σκέψης. Εφόσον ο
ίδιος και όσοι τον συνόδευσαν πέτυχαν τότε στους ιδιοτελείς σκοπούς τους, οι
επόμενοι έχουν έτοιμο το πρότυπο. Το γνωστό πρόσφατο άρθρο του Σημίτη και τις
παρεχόμενες σε αυτό «συμβουλές», τις προσυπογράφει σιωπηρά το σύνολο του
κρατούντος σήμερα, ενδοτικού και εθνομηδενιστικού, πολιτικού συστήματος. Όλοι
μαζί είναι συνωμότες ενός καθεστώτος, βασίζονται στην ατιμωρησία που τους
παρέχει η κατ’ επίφαση δημοκρατία μας και χρησιμοποιούν την εξουσία ενάντια στα
συμφέροντα του λαού και του έθνους μας.
Το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο, απλώς υποκρίνεται όταν
«δείχνει» το καθεστώς Ερντογάν ως ολοκληρωτικό. Στην πραγματικότητα, έχει και
στην Ελλάδα επικρατήσει ένα ανάλογο καθεστώς, αυτό της «σχολής» Σημίτη. Αλλά αν
η πραγματικότητα είναι αυτή, τότε ποιος προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά στην Ελλάδα; Ο
εχθρός Ερντογάν ή ο Σημίτης και οι λοιποί «δικοί» μας που ακολουθούν το πρότυπό
του; Ο πρώτος ασφαλώς και είναι φασίστας, ιδιοτελής και σύρει τη χώρα του σε περιπέτειες.
Οι δεύτεροι αποτελούν μια εκλογικώς νομιμοποιημένη ολιγαρχία, είναι ιδιοτελείς,
αλλά και με πολιτικές εντελώς ανεπαρκείς για τη σημερινή Ελλάδα. Ο πρώτος, παρά
τη θέλησή του, ενδέχεται εν τέλει να εξυπηρετήσει τα ελληνικά συμφέροντα. Οι
δεύτεροι, υιοθετούν το πρότυπο Σημίτη, συνεπώς δεν αναμένω απ’ αυτούς ωφέλειες
για την Ελλάδα, ούτε καν κατά σύμπτωση.
Κώστας Σημίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιό σας στο λευκό κουτί και αν θέλετε να ειδοποιηθείτε για την απάντηση τσεκάρετε το κουτάκι "Να λαμβάνω ειδοποιήσεις".